Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2015

ΜΑΡΚΟΣ ΑΛΕΞΙΟΥ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ (1939-2014)









Πέρασε ένας χρόνος από την ημέρα που έφυγε από την ζωή ένας πρωτοπόρος τζαζ πιανίστας και δάσκαλος ,ο Μάρκος Αλεξίου.
Ο Μάρκος Αλεξίου μαζί με τον ντράμερ Γιώργο Τρανταλίδη και τον μπασίστα Γιώργο Φιλιππίδη σχημάτισαν τους Shpinx. Το πρώτο ελληνικό jazz σχήμα που μπήκε στο στούντιο και ηχογράφησε τον Σεπτέμβριο του 1979 στο στούντιο ERA τον πρώτο ελληνικό jazz δίσκο, μια ανεξάρτητη παραγωγή του Γρηγόρη Φαληρέα .





Οι   Sphinx άνηκαν σε μια ομάδα μουσικών που αναδύθηκε από το jazz κλαμπ του Γιώργου Μπαράκου, στην Πλάκα, όπου ήταν ο «ναός» της jazz και του αυτοσχεδιασμού στην Αθήνα. Ένα αληθινό μουσικό σχολείο.   Ο Μάρκος ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία στην παρέα αυτή των Sphinx που έγραψε ιστορία.

 Μέγας λάτρης του αυτοσχεδιασμού, υπήρξε ο δάσκαλος πολλών μουσικών που μέχρι σήμερα πίνουν νερό στο όνομά του. Διαβάζοντας μαρτυρίες μαθητών του εντυπωσιάζεσαι από το γεγονός ότι όλοι αναφέρουν πρώτα απ’ όλα, την καλοσύνη και απέραντη ευγένειά, την σεμνότητά του, και γενικά τα άπειρα ψυχικά του χαρίσματα.
Έζησε σχεδόν ασκητικά με πενιχρά έσοδα αφοσιωμένος υπηρέτης της μουσικής. Έφυγε πικραμένος γιατί ένιωθε παραγκωνισμένος .
Σε μια συνέντευξή του είχε πει: «Στην Ελλάδα, όσο πιο αξιόλογος είσαι, τόσο πιο  κλεισμένος στο σπίτι σου μένεις.»
Διαβάστε αποσπάσματα  μιας από τις σπάνιες συνεντεύξεις που είχε δώσει.


Κύριε Αλεξίου, είστε ο «υπαίτιος» για τον πρώτο τζαζ δίσκο που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα!
Μάρκος Αλεξίου: 
Ο πρώτος δίσκος τζαζ που έγινε στην Ελλάδα. Συναντηθήκαμε τυχαία ο Γιώργος ο Τρανταλίδης, ο Γιώργος ο Φιλιππίδης και εγώ. Συναντηθήκαμε στην Πλάκα, πηγαίναμε βόλτα, έτσι. Και καθώς μιλούσαμε, είπαμε : δεν κάνουμε ένα δίσκο τζαζ, στην Ελλάδα, που δεν υπάρχει αυτό το πράμα, ενώ είναι υπέροχη μουσική και είναι μουσική πολύ πλούσια. Και συμφωνήσαμε τελικά.
Πότε έγινε αυτό;
Μ.Α.: 
Το ’79, εκεί μέσα. Και συνεννοηθήκαμε και εμπήκαμε στο στούντιο, μετά από λίγο καιρό, έτσι αυθόρμητα δηλαδή, τίποτα δεν ήταν συνεννοημένο. Μπήκαμε αυθόρμητα και κάναμε τον πρώτο δίσκο. Αυτός ο δίσκος, έγινε το 1979 τον Σεπτέμβριο, στο στούντιο ΕΡΑ.  Παραγωγός ήταν ο Γρηγόρης Φαληρέας και ηχολήπτης ο Κώστας Φασόλας. Το εξώφυλλό του μας το έκανε δωρεάν ο Ανακρέων Καναβάκης, ένας πάρα πολύ καλός άνθρωπος και ήταν αυτή η δουλειά του. Και μας το προσέφερε. Ο δίσκος είχε ειδικά τα κομμάτια Nardis του Miles Davis, το δεύτερο ήταν το everyday   (δικό μου) και το τρίτο ήταν το  three musketeers κι αυτό ήταν δικό μου. Και μετά, στην  δεύτερη πλευρά είχε το round midnight του Thelonious Monk, αυτό, το γνωστότατο. Και σαν τελευταίο καμμάτι ήταν το Sphinx, το οποίο ήταν δικό μου και ήταν αυτοσχεδιασμός. Αυτό ήταν απ’ τα πολύ ωραία κομμάτια, ήταν αυτοσχεδιαστικό.
Πώς ήταν τα πράγματα, δηλαδή, το ’79, με την τζαζ, στην Ελλάδα;
Μ.Α.: 
Η τζαζ, ήταν «τίποτα». Δεν την είχανε ούτε καν. Μάλλιστα, όταν παιζόντουσαν κομμάτια τζαζ, λέγανε «η καταδιωκτική μουσική». Δεν την ήθελε ο κόσμος. Δεν ήξερε αυτό το στυλ. Ήταν πολύ πίσω.
Καταδιωκτική; Φοβερό ήταν !
Μ.Α.: 
Δηλαδή παίζεις, σα να καταδιώκεις κάποιους να φύγουνε. Δεν τους άρεσε καθόλου. Είχαν συνηθίσει σε άλλη μουσική. Μετά από αυτό το δίσκο, κάναμε και δεύτερο δίσκο με τους Sphinx. Ο δεύτερος δίσκος ήτανε με το Λάκη το Ζώη, προσετέθη ο φανταστικός Λάκης, γιατί είπαμε να μεγαλώσουμε και το γκρούπ.Ο  Λάκης, ταίριαζε πολύ στο παίξιμο.
Ο Λάκης ο Ζώης είναι κιθαρίστας.
Μ.Α.: 
Παίζει καταπληκτική κιθάρα, αλλά είναι κι εκείνος συνθέτης. Αυτή η ιστορία ήταν  για τους Sphinx. Και μετά, μας φωνάζανε για συναυλίες πολλές. Κάναμε πάρα πολλές συναυλίες, σε πάρα πολλά μέρη, εντός της Ελλάδας. Δηλαδή κάναμε διάφορες τουρνέ. Αυτά ήταν καλά, γιατί ο κόσμος άρχισε να ξυπνάει μ’ αυτό το πράγμα. Και ειδικά η νεολαία. Παίζαμε σε Πανεπιστήμια.
Τώρα, βέβαια, το ’79, μου φαίνεται πολύ καθυστερημένα, να έρχεται η τζαζ στην Ελλάδα. Είχα φίλους, που άκουγαν μανιακά τζαζ,από βινύλιο  βέβαια,  εκείνον τον καιρό.
Μ.Α.
: Ναι. Εμείς, βέβαια, πηγαίναμε στο jazz club του Γιώργου Μπαράκου, που ήτανε στην Πλάκα. Εκεί ερχόντουσαν διάφοροι μουσικοί, παγκοσμίου φήμης, και παίζανε. Και όλοι οι αμερικανοί, που ερχόντουσαν εδώ, οι φίρμες ας πούμε, μετά που παίζαν, ερχόντουσαν στο jazz club του Μπαράκου.Δηλαδή το 1979 ή ένα-δυό χρόνια πριν. Για μένα όμως, ήταν από το ’79 και μετά.
Δηλαδή, εκεί γινόντουσαν οι συναντήσεις. Παίζαμε, κι άρχισε του κόσμου να του αρέσει αυτό, και ήρθε και ο Corea εκεί (ο Chick Corea) και ήρθαν όλοι. Ερχόντουσαν, μετά τις συναυλίες που δίνανε. Οι συναυλίες γίνονταν και για οικονομικούς λόγους. Το Jazz Club δεν μπορούσε να πληρώσει μία φίρμα, γιατί η φίρμα θα έπαιρνε πολλά λεφτά. Ερχότανε λοιπόν η φίρμα εκεί, μετά απ’ όταν έπαιζε κάπου, και έπαιζε-αν ήθελε- κανένα κομμάτι. Ήρθε εκεί ο ουγγαρέζος, ο Bela Lakatos, ένας υπέροχος μουσικός και πιανίστας. Αυτός είναι μεγάλος δάσκαλος στην Ουγγαρία. Η Ουγγαρία βέβαια είχε μεγάλη σχολή. Από πριν. Σε  εμάς εδώ, το ’79 άρχισε να γίνεται... ! Μας χρεώνεται λίγο  η τζαζ !! (Γέλιο).
 Και ως τώρα, ενώ όλα τα ευρωπαικά κράτη έχουνε πολλά jazz clubs, πολλά. Όταν λέμε πολλά, πενήντα, εξήντα, εδώ στην Ελλάδα έχομε πολύ λίγα, τρία τέσσερα κι αυτά με το ζόρι - ας πούμε. Και δεν πληρώνονται οι μουσικοί, που παίζουν εκεί……
……. Η τζαζ, θέλει πολλή μελέτη, κύριε Αλεξίου, έτσι;
Μ.Α.: Πάρα πολλή. Η τζαζ έχει ένα πράγμα, που θα σου πω τη διαφορά. Αυτό είναι και το βασικότερο.Η τζαζ έχει, ότι μελετάς όλα τα πράγματα για τη τζαζ, δηλαδή όλη την θεωρία που πρέπει να κάνεις και μετά πρέπει να κάνεις  εσύ  δικά σου πράματα.Να συνθέτεις. Να εναρμονίζεις.Να αυτοσχεδιάζεις.Να κάνεις πάρα πολλά. Ενώ στην κλασσική, μπορεί ένας να μελετήσει κλασσική μουσική και να παίζει γραμμένα πράγματα από άλλους ανθρώπους. Οπότε, όλοι που μελετούν υποτίθεται ένα κομμάτι του Chopin, ε, αυτό το κομμάτι θα παίξουν.
Ναι, αλλά τώρα, μιλάμε για δύο διαφορετικά πράγματα. Μιλάμε για ερμηνευτές, όπου για να παίξουν τόσο δύσκολα έργα, αφοσιώνονται σε όλη τους τη ζωή σε αυτά τα έργα τα οποία  έχουν τεράστια τεχνικά προβλήματα, ώστε να φαίνονται τα πανδύσκολα αυτά έργα σαν παιχνιδάκι στα χέρια τους... Όμως, υπάρχουν και οι συνθέτες.
Μ.Α.: Αυτοί, είναι σεβαστοί. Γιατί αυτοί, κάνουν αυτό που γίνεται και στη τζαζ. Και ακόμα καλύτερο.
Η τζαζ έχει τον αυτοσχεδιασμό που είναι δύσκολος.
Μ.Α.: Είναι μιά πολύ δύσκολη επιστήμη. Απλώς οι κλασσικοί, αυτό το πράμα το γράφουνε. Και γίνεται ένα έργο. Όπως έγραψε ο Ραχμάνινωφ, ο Σοπέν, ο  ένας, ο άλλος. Να, μιά εξήγηση απλοϊκή: στην τζαζ, ένας μουσικός του αυτοσχεδιασμού, θα πρέπει να έχει υπ’ όψιν του πολλές κλίμακες οι οποίες διδάσκονται στο εξωτερικό, αρμονίες σύγχρονες. Θα πρέπει να μελετήσει και να δουλεύει με διάφορες παραλλαγές όπως πχ το παίξιμο με τέταρτες, το παίξιμο με τρίτες, με δεύτερες και άλλα πολλά πράγματα, για τα οποία δεν θα μας έφταναν δέκα βιβλία να μιλάμε. Ο Μπαχ, δεν αυτοσχεδίαζε;  Όλοι  αυτοσχεδίαζαν! Δεν δέχομαι, όμως, αυτό που κάνει κάποιος στην κλασσική, ο οποίος μπορεί νά’ναι και ατάλαντος. Και απλά μελετάει. Για να παίξει ένα κομμάτι γραμμένο, του τάδε.
Και να τρέχουν τα χέρια!
Μ.Α.: Ναι. Αυτός μπορεί να μελετάει και δύο χρόνια ένα κομμάτι και να το παίξει. Έ, και τί έγινε ! Δεν το νοιώθει, δεν το αισθάνεται, έτσι δεν είναι; Δεν ξέρει μέσα του, τον μηχανισμό, που το έγραψε ο συνθέτης. Ενώ το ταλέντο, συνθέτει κιόλας, κάνει. Ενώ με τη τζαζ, είσαι υποχρεωμένος  και να γράφεις και να αυτοσχεδιάζεις και να δείχνεις την πλευρά του ταλέντου, υποτίθεται.
Είναι πιό δημιουργική.
Μ.Α.: Πιο δημιουργική. Όχι για την σύνθεση, γιατί είπαμε, ότι ο Chopin, κι αυτοί, ήταν μεγάλοι μουσικοί. Ο άλλος ο οποίος πάει στο Ωδείο και μπορεί με το ζόρι να ακούει το ντο απ’ το ρε, αλλά μελετάει σα σκυλί, θα παίξει το τάδε έργο, ας πούμε. Δεν μπορείς να καταλάβεις τί ρόλο παίζει αυτός ο άνθρωπος. Ή, άλλοι, το βλέπουνε σαν τεχνική.Τί να την κάνω την τεχνική, όταν δεν νοιώθω και δεν ακούω.
Σωστά. Και όχι μόνον αυτό, κύριε Αλεξίου! Αλλά, σπουδαίοι καθηγητές της κλασσικής, συγχέουν αυτό που λέγεται ταλέντο με εκείνο που λέγεται τεχνική. Δηλαδή αν κάποιος έχει και μεγάλα χέρια και τεχνικές ευκολίες, τον αποκαλούν «ταλεντάρα». Κι όχι π.χ. κάποιον που κάνει απίστευτες ερμηνείες.
Μ.Α.
: Ναι, αυτό είναι μπούρδα!
Πολύ χαίρομαι που το ακούω!
Μ.Α.: Θα σου πω εγώ ένα πράγμα και θα μου απαντήσεις εσύ. Είσαι εσύ καθηγήτρια, υποτίθεται, κι εγώ καθηγητής. Παίρνω εγώ έναν μαθητή ατάλαντο. Παίρνεις κι εσύ έναν μαθητή ταλαντούχο. Και τον διδάσκεις κλασσική. Αυτός, δεν μελετάει και πολύ. Ξέρεις τώρα. Τα ταλέντα είναι περίεργα. (γέλιο). Κι εγώ ο οποίος έχω τον ατάλαντο, τον βάζω και μελετάει 8 ώρες την ημέρα Hanon. Ποιός θα παίξει πιο γρήγορα; Ο ατάλαντος που μελετάει 8 ώρες, ή ο ταλαντούχος που με το ζόρι κάθεται 3 ώρες; Άρα, άρα, πώς να χειροκροτήσω μόνο την τεχνική;
Πάντως,το μπερδεύουν πολύ το πράγμα. Ξέρω μουσικούς, που πήραν βραβεία για το πιάνο που έπαιζαν, από κάτω τους χειροκροτούσαν με φωνές ενθουσιασμού γνωστοί συνθέτες της λόγιας, αλλά... μόνοι τους έλεγαν για τον εαυτό τους ότι ήταν φάλτσοι και δεν μπορούσαν να τραγουδήσουν τίποτα!
Μ.Α.
: Ναι, βέβαια. Ο μουσικός ο καλός, πρέπει νάναι σε όλα καλός. Δεν μπορεί να λέει «α αυτό δεν μπορώ, εκείνο δεν μπορώ, το άλλο...». Πρέπει ό,τι παίζει, να το τραγουδάει. Πρίν παίξω, πρέπει να ακούω την νότα που θα παίξω. Άρα, πώς γίνεται, άμα τραγουδάω φάλτσα;
Η ροκ, σας αρέσει; 
Μ.Α.: Σε όλα υπάρχουν βαθμίδες.Υπάρχει ροκ που είναι απλή, και δεν είναι τέχνη, που είναι φασαρία, απλά παίζουν δυνατά. Και υπάρχει και ροκ που είναι πολύ καλή. Υπάρχει ροκ εμπορική, υπάρχουν πολύ καλές ορχήστρες ροκ, και υπάρχουνε και μπούρδες, που παίζουνε ένα ακκόρντο και φωνάζουν και σπάνε τις κιθάρες πάνω στην σκηνή και ενθουσιάζονται τα παιδάκια……
Ολόκληρη η συνέντευξη εδώ:
Οι θαυμαστές του και οι μαθητές του έχουν φτιάξει στο facebook σελίδα αφιερωμένη στη μνήμη του. Αξίζει μια μικρή περιήγηση.
Τέλος ένα μικρό απόσπασμα από την θρυλική συναυλία των Sphinx στο Θέατρο του Λυκαβυττού το 1982,όπου πάνω από 4000 θεατές κατέκλεισαν το θέατρο για να ακούσουν το πρώτο ελληνικό Jazz group.
Ας ακούσουμε τι λέει και ο Γ. Κοντραφούρης για το μεγάλο δάσκαλο Μάρκο Αλεξίου




πηγή musicpaper.gr, e-orfeas.gr



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου