Σαν σήμερα το 1945 η 16χρονη Patricia Molly
Clapton γεννά ένα αγόρι , καρπό του εφήμερου έρωτά της με ένα
Καναδό στρατιώτη του Edward Walter Fryer που λόγω πολέμου είχε περάσει από την
περιοχή και είχε ήδη φύγει. Το νεογέννητο μωρό το ονόμασαν Ερικ και έμελλε να
γίνει ο σημαντικότερος ίσως λευκός κιθαρίστας του μπλουζ και του μπλουζ ροκ. Η
ζωή του χάρισε απλόχερα ταλέντο, δόξα, εφήμερα καλούδια αλλά και πολύ πόνο. Όλα
αυτά ήταν κατά τη γνώμη μου μερικά ουσιώδη συστατικά που
διαμόρφωσαν το χαρακτηριστικό του παίξιμο.
Μεγαλώνοντας με
τους παππούδες του έμαθε σε μεγάλη σχετικά ηλικία ότι η μεγάλη του αδερφή ήταν
η πραγματική του μητέρα η οποία μάλιστα τον παράτησε πολύ μικρό στους γονείς
της για να παντρευτεί έναν άλλο Καναδό πάλι, στρατιώτη και να εξαφανιστεί μαζί του
στη Γερμανία.
Στα 13 του έλαβε
μια κιθάρα μάρκας Hoyer (γερμανικής
κατασκευής) ως δώρο. Προσπάθησε να παίξει αλλά δεν τα κατάφερνε και
απογοητευμένος την παράτησε. Στο μεταξύ άρχισε να ακούει τους μπλουζ δίσκους
που άκουγε και ο παππούς του και το αρχικό ενδιαφέρον για αυτή τη μουσική
μετατράπηκε σε πάθος. Αναζητά καινούργιες ηχογραφήσεις των αστεριών της εποχής
( Muddy Waters, B.B. King, Buddy Guy, Freddie King, κλπ).
Στα 15 ξαναπιάνει
την κιθάρα και αρχίζει να μελετά ακατάπαυστα παίζοντας πάνω σε αυτά που ακούει
από ένα μαγνητόφωνο. Στα 16 παρατάει το σχολείο και παίζει στις γωνιές των δρόμων
τα τραγούδια που αγαπά.
Στα 19 του χρόνια
εντάσσεται στο συγκρότημα των Yardbirds το οποίο έχει
επιρροές από το μπλουζ του Σικάγο. Ο Κλάπτον βρίσκεται στο σωστό τόπο, μέχρι
που ηχογραφούν ένα ποπ τραγούδι που κάνει μεγάλη επιτυχία. Πρόκειται για το For your love. Αυτό το
τραγούδι γίνεται η αιτία να εγκαταλείψει το συγκρότημα γιατί διαφώνησε με τη
στροφή προς σε εμπορικότερους δρόμους. Παρέμεινε προσηλωμένος στα μπλουζ. Ήταν
Μάρτιος του 1925 και ο 20χρονος κιθαρίστας εντάσσεται στις τάξεις των Bluesbreakers του
ηγεμονικού και απαιτητικού John Mayall.
Αν οι Yardbirds υπήρξαν
η βασική του μουσική του εκπαίδευση οι Bluesbreakers ήταν το πανεπιστήμιο για τον νεαρό κιθαρίστα. Εδώ οι
απαιτήσεις ήταν ζόρικες για αυτό και ο Κλάπτον την κοπανάει το καλοκαίρι του
1965. Μαζί με το φιλαράκι του φτιάχνει ένα συγκρότημα τους Glants με σκοπό να
περιοδεύσουν στην Ευρώπη. Κάπου δεν τα βρίσκουν και ο Κλάπτον βρίσκεται στην
Ελλάδα και μαγεύει τους πάντες με το παίξιμο του. Μένει στο σπίτι του Δημήτρη
Πολύτιμου και στο σπίτι του Μάκη Σαλλιάρη. Παίζει με τους Juniors στην
συναυλία που έγινε στην μνήμη του Θάνου Σογιούλ αντικαθιστώντας τον Αλέκο
Καρακαντά που είχε τραυματιστεί στο ίδιο ατύχημα που έχασε τη ζωή του ο
Σογιούλ. Αυτά έγινα τον Οκτώβρη του 1965. Το Νοέμβριο ξαναγυρίζει απένταρος και
άπραγος στο Λονδίνο και ξαναπηγαίνει στους Bluesbreakers. Μπαίνουν στο στούντιο και ηχογραφούν το κλασικό John Mayall’s Bluesbreakers with Eric Clapton ή Beano όπως είναι γνωστό στην πιάτσα των φιλών του μπλουζ , από
το περιοδικό που κρατά ο Κλάπτον στο εξώφυλλο. Αυτή η ηχογράφηση απογειώνει τη
φήμη του 21χρονου κιθαρίστα καθιστώντας τον νούμερο ένα σε όλο τον κόσμο. Μετά
από λίγους μήνες ο Κλάπτον δεν θα αντέξει το χαρακτήρα του Mayall και
θα αποδεχτεί την πρόταση του Ginger Baker να
ενταχθεί στους Cream το πρώτο σουπεργκρουπ της ιστορίας του ροκ. Το τρίτο
μέλος είναι ο Jack Bruce. Εδώ ο Κλάπτον κάνει τα μεταπτυχιακά και φυσικά μαθαίνει
πως μπορεί να αποκαθηλωθεί κάποιος από το θρόνο του μέσα σε λίγα λεπτά. Ένα
βράδυ που παίζει με τους Cream έρχεται και τον βρίσκει ο μπασίστας των Animals, ο οποίος μανατζάρει ένα άγνωστο αμερικανό
κιθαρίστα, που μόλις έχει φέρει μαζί του από την Αμερική. Τον παρακαλάει να τον
αφήσει να παίξει μαζί τους ένα δυο κομμάτια για να αρχίσει να το γνωρίζει το
αγγλικό κοινό. Ο Κλαπτον δέχτηκε και κάλεσε στη σκηνή το ξωτικό που λέγεται Jimi Hendrix. Ο Hendrix ζήτησε να παίξουν το Killing Floor. Η
αποκαθήλωση του Κλαπτον μόλις είχε αρχίσει που δεν μπορούσε να πιστέψει αυτά
που έβλεπε και άκουγε. Αυτή η μέρα στάθηκε η απαρχή μια μεγάλης φιλίας μεταξύ
των δύο μουσικών.
Με τους Cream έβγαλε
εξαιρετικούς δίσκους με αποκορύφωμα ένα διπλό δίσκο το Wheels of Fire. Μισό
ηχογραφημένο στο στούντιο και μισό ηχογραφημένο ζωντανά. Εκεί το τρίο απέδειξε
τι μπορεί να συμβεί αν τρεις βιρτουόζοι μουσικοί απελευθερωθούν και παίξουν
αυτά που γουστάρουν. Σκέτη φωτιά.
Η ζωή εκεί στα
μέσα του 60 τρέχει με διαστημική ταχύτητα. Η έμπνευση βρίσκεται στο ζενίθ αλλά
ταυτόχρονα η μουσική βιομηχανία έχει βρει φλέβα χρυσού που θέλει να στραγγίξει
μέχρι το τελευταίο γραμμάριο αδιαφορώντας για την ανθρώπινη πλευρά των
καλλιτεχνών.
Τα σημάδια
κόπωσης είναι ορατά. Μια γνωριμία με την Patti Boyd, στάθηκε η
αφορμή για να ηχογραφήσει το καλύτερο ίσως άλμπουμ λευκού μπλουζ. Ο παράφορος
και ανεκπλήρωτος έρωτας γέννησε αυτό το άλμπουμ
και φυσικά το τραγούδι Layla.
Ο Dave Marsh γράφει στο βιβλίο The Rolling Stone Illustrated History of
Rock and Roll :
«Υπάρχουν στιγμές στο ρεπερτόριο
ενός τραγουδιστή ή ενός συγγραφέα ο οποίος βυθίζεται τόσο βαθιά μέσα στον
εαυτό του ώστε ακούγεται στα αυτιά σου σαν να παρακολουθείς μια δολοφονία ή μια
αυτοκτονία. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η LAYLA.»
Στις αρχές του 70 θα παλέψει με τους
προσωπικούς του δαίμονες και με τα ναρκωτικά. Με τη βοήθεια των φίλων του ( Pete Townsend) θα απομακρυνθεί από το κατώφλι του
θανάτου και μια συναυλία στο Rainbow Theatre θα
ξαναβάλει μπροστά τη μηχανή προς νέες κατευθύνσεις. Θα γίνει η αιτία να γίνουν
γνωστοί στο ευρύ κοινό ο J.J. Cale και ο Bob Marley, αφού οι διασκευές των τραγουδιών τους
που θα ηχογραφήσει, θα γίνουν παγκόσμιες επιτυχίες.
Το 1985 θα δώσει συναυλία στην Αθήνα,
πλαισιωμένος με μια σχεδόν μυθική ορχήστρα. Θυμάμαι το πολύ χαλαρό στυλ του και
μια κιθάρα που σκότωνε.
Κάπου εκεί θα ακούσει στο ραδιόφωνο του
αυτοκινήτου του ένα κιθαρίστα που θα τον αναγκάσει να σταματήσει δίπλα στο
δρόμο και να πάρει τηλέφωνο τον μάνατζερ του ζητώντας να μάθει ότι μπορεί για
αυτόν. Το παίξιμο του τον είχε κεραυνοβολήσει. Θα τον γνωρίσει και θα κάνουν μαζί
μετά από λίγα χρόνια περιοδεία. Ο Κλάπτον θα είναι και ο τελευταίος που θα παίξει
μαζί του. Ήταν Αύγουστος του 1990. Ο Stevie Ray Vaughan χαιρετά
βιαστικά τον Κλαπτον και τους άλλους μουσικούς που είχαν παίξει μαζί του και χάνεται στην καμπίνα ενός ελικοπτέρου από
τα τρία που τους περίμεναν. Σε λίγα λεπτά ο Vaughan περνά στην αιωνιότητα. Μαζί του 3
τεχνικοί από την ομάδα του Κλάπτον και ο πιλότος.
Την επόμενη χρονιά χάνει τον μοναχογιό
του με τραγικό τρόπο. Ο μόλις 4,5 χρονών Κόνορ διαφεύγει από την προσοχή των
γονιών του και πέφτει στο κενό από το 53ο όροφο που βρίσκεται το διαμέρισμα
της μητέρας του. Σκοτώνεται ακαριαία.
Ο Κλαπτον συνθέτει το Tears in Heaven αποχαιρετώντας με αυτό τον τρόπο το γιό
του.
Αργότερα θα αποκτήσει άλλες τρεις κόρες. Γράφει για αυτές το τραγούδι Three little girls.
Από το 1993 μέχρι το 1999 διευθύνει και είναι
μέλος του διοικητικού συμβουλίου δύο κέντρων απεξάρτησης από τα ναρκωτικά και
το αλκοόλ. Το 1998 ιδρύει και διαχειρίζεται μέχρι σήμερα το Crossroads Center στην Αντίκουα. Ένα ίδρυμα που βοηθά ανθρώπους
εξαρτημένους σε ναρκωτικά και αλκοόλ. Διοργανώνει το Crossroads Guitar Festival τις χρονιές 1999, 2004, 2007 και 2013
προκειμένου να εξασφαλίσει οικονομικούς πόρους για το Κέντρο.
Στα 70 του αποφάσισε να αποσυρθεί από τις
ζωντανές εμφανίσεις. Το 2008 αν θυμάμαι καλά ήταν να παίξει στο Ηρώδειο αλλά κάποιοι
αυτόκλητοι φωστήρες ξεσήκωσαν σάλο στα μμε για δήθεν ιεροσυλία…άλλωστε στο Ηρώδειο
είναι μόνο για τον ακατονόμαστο και τους συναφείς της κλίκας .
Έτσι χάθηκε η ευκαιρία να τον δουν όσοι
δεν τον είχαν δει το 1985.
Το πόσο σημαντικός είναι Κλάπτον φαίνεται
από την παρακάτω ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε που αφορά τα μπλουζ. Ο Ερικ Κλάπτον
είναι το κεντρικό πρόσωπο
Η προσωπικότητα και η ζωή του Κλάπτον δεν μπορεί να περιγραφεί σε λίγες γραμμές. Ήδη όμως έχω κουράσει αυτούς που δεν είναι τόσο σχετικοί με τη μουσική που εκπροσωπεί.
Νομίζω οτι κάποια στιγμή στο μέλλον θα ξαναγράψω για αυτόν.
Σήμερα έκλεισε αισίως τα 71 του χρόνια εύχομαι όσα χρόνια του μένουν να ζήσει να είναι ήρεμα και καλά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου